- ἐπελθοῦσα
- ἐπέρχομαιcome uponaor part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐπελθούσας — ἐπελθούσᾱς , ἐπέρχομαι come upon aor part act fem acc pl (attic epic doric ionic) ἐπελθούσᾱς , ἐπέρχομαι come upon aor part act fem gen sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εσύστερον — ἐσύστερον (Α) (επίρρ. αντί ἐς ὕστερον) στο μέλλον, από δω και πέρα, ύστερα, κατόπιν («ἡ ἐσύστερον ἐπελθοῡσα γυνή», Ηρόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. «Σύνθετο εκ συναρπαγής» από τη φράση ες ύστερον] … Dictionary of Greek